Δευτέρα, Ιανουαρίου 28, 2008

ΑΝΤΙΣΤΑΘΕΙΤΕ

Βασικά, για άλλα πήγαινα, αλλά επειδή μου άρεσε,
αν και χωρίς πάσα,
θα κλέψω ας πούμε τη μπάλα απ' τον zaphod,
για να βάλω κι εγώ ένα "Αντισταθείτε".
(Συμβολικό περισσότερο μάλλον)
Ελπίζω ότι είναι κατανοητό και γι' άλλους εκτός από μένα. :-)


Ξαπλωμένη ανάσκελα στην άσφαλτο
στο κέντρο της πόλης
μια νύχτα που θ` αργεί το φεγγάρι.
Με τα χέρια κάτω απ` το κεφάλι
θα κοιτώ τον ουρανό ήρεμη κι ατάραχη
σαν ξαπλωμένη σε λιβάδι.
Θα κοιτώ χωρίς να βιάζομαι.
Θα περιμένω όταν εκείνο θα θελήσει να φανεί.

Κι οι οδηγοί που θα με συναντούν μπροστά στις ρόδες τους
θα σταματούν και θα ξαπλώνουνε, ατάραχοι κι αυτοί, τριγύρω.

Κι όταν όλων τα μάτια στραφούν στον ουρανό,
αντί για το γνωστό φεγγάρι,
θ` ανοίξει τριαντάφυλλο.
Και θα μας ρίξει φως κι αστέρια…


Πέμπτη, Ιανουαρίου 24, 2008

ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΚΟ ΧΤΥΠΗΜΑ-ΓΙΑΣΜΙΝΑ ΧΑΝΤΡΑ

Δεν μου άρεσε…

Από το οπισθόφυλλο:
“…Ο Αμίν Ζααφαρί είναι Παλαιστίνιος αλλά εδώ και πολλά χρόνια ζει στο Ισραήλ. Έχει πάρει την ισραηλινή υπηκοότητα και έχει χτίσει την καριέρα του ως φημισμένος χειρουργός. Είναι παντρεμένος με την Σιχέμ που κατάγεται επίσης από την Παλαιστίνη. Η ζωή τους κυλά άνετα, όμορφα, ανώδυνα…Μέχρι την ημέρα που γίνεται μία ακόμη τρομοκρατική επίθεση: ένας καμικάζι, ζωσμένος με εκρηκτικά, ανατινάζεται σ’ ένα εστιατόριο, σκοτώνοντας μεταξύ άλλων και πολλά παιδιά. Ο Αμίν θα μάθει σύντομα πως αυτός ο καμικάζι δεν είναι άλλος από την Σιχέμ…”
…Πράγμα που τον εκπλήσσει αφάνταστα, αφού αυτός νόμιζε ότι με το ισραηλινό διαβατήριο στην τσέπη και την «πετυχημένη» του καριέρα, είναι κι η γυναίκα του απόλυτα ικανοποιημένη κι ευτυχισμένη κοντά του ντε και καλά κι οι δυο τους βέβαια εξασφαλισμένοι απ’ όλα.
…Ε και τέλος πάντων, ο Αμίν θέλει να μάθει πώς η Σιχέμ οδηγήθηκε σ’ αυτήν την πράξη κι αρχίζει να ψάχνει.

Δεν μου άρεσε καταρχήν λογοτεχνικά. Σαν γραφή. Μου φάνηκε επιτηδευμένο. Χρησιμοποιούσε ερωτήσεις , με τρόπο εξαιρετικά άγαρμπο, για να μπορέσει να πει με τη μορφή απάντησης, αυτό που θέλει. Ούτε η χρήση του πρώτου προσώπου μου άρεσε και μάλιστα σε χρόνο ενεστώτα. Δε νομίζω ότι εξυπηρετούσε κάτι στο συγκεκριμένο βιβλίο. Κι αν ο σκοπός ήταν η αίσθηση του φυσικού, θεωρώ ότι απέτυχε. Τέλος, αυτές οι τόσο πολλές μικρές προτάσεις, απανωτά η μια στην άλλη, προσωπικά μόνο με άγχωσαν και με κούρασαν.
Σίγουρα το θέμα του είναι τέτοιο που για μας ίσως είναι δύσκολο να το αισθανθούμε και πολύ περισσότερο να ταυτιστούμε με κάποιον «ήρωα», μια και είναι άσχετο με τις δικές μας εμπειρίες και τα βιώματά μας. Αυτό μπορεί να είναι και καλό και κακό. Από τη μία παρακολουθείς όσα θέλει να πει κάπως αποστασιοποιημένα, χωρίς να πέφτεις σε συναισθηματικές παγίδες. Από λογοτεχνική άποψη όμως, αδυνατεί να σε συνεπάρει. Αλλά εδώ είναι που φαίνεται και η τέχνη ή μη του λογοτέχνη, δεν είν’ έτσι; Αν ξέρει να το κάνει, θα καταφέρει να σε συνεπάρει και να σε μεταφέρει κάπου, ακόμη κι αν εσύ δεν έχεις πάει ποτέ.

Ως λογοτεχνικό επομένως δεν μου άρεσε. Τι μένει λοιπόν; Ένα πιθανό ιδεολογικό περιεχόμενο. Και το θέμα του νομίζω ότι προσφέρεται για αυτό, και με το παραπάνω. Εκεί ήταν που μ’ εξόργισε τελείως! Ούτε καν προσπαθεί κάτι τέτοιο. Ενώ ο Αμίν συγκλονίζεται, εκπλήσσεται κι αρχίζει να ψάχνει πώς η γυναίκα του έφτασε να γίνει καμικάζι, δεν στέκεται καθόλου στις πραγματικές αιτίες που οδηγούν σε τέτοια «φαινόμενα», ποιοι τα δημιουργούν, ποια συμφέροντα κρύβονται πίσω από θρησκευτικούς φανατισμούς, τρομοκρατικές ενέργειες, κλπ. Όχι. Μόνο ως προς τον εαυτούλη του τον ενδιαφέρει. Πώς η Σιχέμ το έκανε αυτό Σ’ ΑΥΤΟΝ! Τις πραγματικές αιτίες και το ίδιο το θέμα τα προσπερνάει τεχνηέντως, και «φιλοσοφεί» γενικώς και αορίστως για το αν αξίζει να θυσιαστεί κανείς για να σωθούνε άλλοι. Το απλουστεύω ίσως λιγάκι αλλά στην ουσία αυτό κάνει. Τα πράγματα όμως δεν είναι καθόλου γενικά και καθόλου αόριστα. Είναι πολύ συγκεκριμένα και υπάρχουν υπεύθυνοι …και «ανεύθυνοι». Αν θες να γράψεις ένα πολιτικό βιβλίο πες τα πράγματα με τ’ όνομά τους. Διαφορετικά μην θίγεις τόσο σοβαρά ζητήματα με σκοπό ν’ αποπροσανατολίσεις απ’ την πραγματικότητα.

Ας γίνω όμως πιο συγκεκριμένη. Ο ήρωας του βιβλίου, παρών από την πρώτη σελίδα ως την τελευταία, είναι από τους ανθρώπους που αν τον γνώριζα θα τον έφτυνα πατόκορφα! Δεν τον χώνεψα καθόλου από την αρχή και ως το τέλος τον σιχάθηκα τελείως. Ένας άνθρωπος παθητικός, που εθελοτυφλούσε, που ζούσε στο χρυσό κλουβί του, έχοντας απαρνηθεί την ίδια τη φυλή του προκειμένου να είναι όλα για τον ίδιο καλά και εύκολα. (Εδώ μου θύμισε λίγο και το «Ανθρώπινο Στίγμα» του Φίλιπ Ροθ). Πετυχημένος χειρουργός, εντελώς «ψωνισμένος» με την καριέρα του, τη χρησιμοποιούσε ως άλλοθι (για να καθησυχάζει τις τύψεις του ;) ότι σώζει ζωές και προσφέρει και άρα του αξίζουνε τα πάντα. Ούτε καν ως ιδιότητα δεν σκέφτεται το επάγγελμά του αλλά ως «φύση»:
«Μου ζητά ν’ αποδεχτώ την ενέργεια της γυναίκας μου, δηλαδή αυτό ακριβώς που η φύση μου ως γιατρού, μου απαγορεύει…»
Και παράλληλα δεν ήταν σε θέση να καταλάβει ότι η γυναίκα δίπλα του, κάθε άλλο παρά ευτυχισμένη και ΕΛΕΥΘΕΡΗ ένιωθε.
Πόση αλαζονεία δηλαδή, πόση ματαιοδοξία! Το ταυτόσημο του συμβιβασμού. Μπερδεύει συνεχώς τον εγωισμό με την αξιοπρέπεια. Μια αηδία!

Σε κάποια σημεία ωστόσο, πίστεψα ότι μπορεί και να το γυρίσει. Όταν κάποιοι του την λένε:

«…Βρισκόμαστε σε εμπόλεμη κατάσταση. Υπάρχουν εκείνοι που έχουνε πάρει τα όπλα κι εκείνοι που χασομεράνε. Και υπάρχουνε και κάποιοι ακόμα, που επωφελούνται στο όνομα του μεγάλου Ιδανικού. Έτσι είναι η ζωή…»
ή:
“…Όλα αυτά τα παιδιά που είδες, άλλα πετώντας πέτρες με τις σφεντόνες κι άλλα εκτοξεύοντας ρουκέτες, απεχθάνονται τον πόλεμο όσο δεν φαντάζεσαι. Επειδή κάθε μέρα ένα απ’ αυτά πεθαίνει στο άνθος της ηλικίας του από μια βολή του εχθρού. Κι αυτά θα ήθελαν ν’ αποκτήσουν κάποτε αξιοσέβαστη κοινωνική θέση, να γίνουν χειρουργοί, αστέρια του τραγουδιού, ηθοποιοί του κινηματογράφου, να κυκλοφορούν με ωραία αυτοκίνητα και να την περνάνε ζάχαρη κάθε βράδυ. Το πρόβλημα είναι πως τους αφαιρούν το δικαίωμα σ’ αυτό το όνειρο, γιατρέ. Προσπαθούν να τα περιορίσουν σ’ ένα γκέτο μέχρις ότου ενσωματωθούν εκεί ολοκληρωτικά. Και γι’ αυτό προτιμούν να πεθάνουν…”

Σκεφτόμουνα κι εγώ πως ίσως αυτός ο Αμίν ως το τέλος αρχίσει να προβληματίζεται. Γελάστηκα βεβαίως! Αυτός έμεινε ακέραιος στη βλακεία του μέχρι το τέλος! Πέθαινε κι έβλεπε σε όραμα τον πατέρα του να του λέει:
«…ονειρέψου πως είσαι όμορφος, ευτυχισμένος, αθάνατος…»
Ο εκλεκτός, δηλαδή. Έτσι ένιωθε, ακόμα και την ύστατη στιγμή. Ένα ματαιόδοξο γουρούνι.
Και το αποκορύφωμα. Τελευταία παράγραφος. Κλείσιμο αλά Κοέλιο.
Ο πατέρας του συνεχίζει να του μιλάει:
«…Μπορεί να σου πάρουνε τα πάντα. Τα υπάρχοντά σου, τα καλύτερά σου χρόνια, όλες σου τις χαρές κι όλες τις ανταμοιβές που αξίζεις, μέχρι και το τελευταίο σου πουκάμισο – αυτό όμως που δεν μπορεί κανείς να σου πάρει είναι τα όνειρά σου με τα οποία μπορείς να ξαναφτιάξεις τον κόσμο που σου στέρησαν.»
Κι όλ’ αυτά καθώς πέθαινε μετά από βομβιστική επίθεση που έγινε εκεί που σεργιανούσε! Αυτός αυτά σκεφτόταν. Αυτά κατάλαβε.
Γιατί δεν μας λέει καλύτερα ο συγγραφέας κατευθείαν:
«Υποτάξου στο σύστημα. Κι άστο να σε…..Εσύ απλά ονειρέψου.»;
Τι εξυπηρετούνε τελικά αλήθεια αυτοί οι συγγραφείς-«διανοούμενοι»; Αναρωτιέμαι.

Δεν ξέρω. Για μένα, αυτός ο Αμίν πρεσβεύει ό,τι περισσότερο σιχαίνομαι. Ο απόλυτα συμβιβασμένος ανθρωπάκος, ο φιλήσυχος, ο νοικοκύρης ή, ακόμα χειρότερα, ο καριερίστας που –και καλά- προσφέρει με την επιστήμη του. Και γύρω του μπορεί να γίνεται χαμός, αλλά αυτός «δεν παίρνει θέση». «Κοιτάει τη ζωούλα του», «δεν είναι με κανέναν» και «δεν βλάπτει κανέναν»!!! Μα αυτοί ακριβώς είναι που βλάπτουν! Και αυτοί ακριβώς είναι που βοηθούν το σύστημα να κάνει ανενόχλητο τη δουλειά του. Κι ούτε προσφορά και αγωνιστική στάση βρίσκω το να σώζεις 10, 20, 100 ζωές όταν δίπλα σου ακριβώς σκοτώνονται λαοί ολόκληροι κι ένας απ’ αυτούς είναι κι ο δικός σου. Αν ήθελε να λέει πως είναι αγωνιστής και αγαπάει τη ζωή (γιατί αυτό διατείνεται πως κάνει) ας ήταν χειρουργός στα πεδία των μαχών. Όχι στη βίλα του με ισραηλινό διαβατήριο για να ‘ναι ήσυχος. Άλλωστε αποδείχτηκε πως ούτε και αυτό τον έσωσε. Εκεί θα του έβγαζα και το καπέλο.

Με συγχωρείτε ρε παιδιά, αλλά κι ο Τσε Γκεβάρα γιατρός ήταν. Και από ευκατάστατη οικογένεια, επίσης. Μα τα παράτησε όλα και έτρεχε όπου υπήρχε επανάσταση ή και κάποια φλόγα της ακόμα. Βλάκας ήταν;

Αυτά! Τα ‘πα και δεν ξεθύμανα!

Γι' αυτό, πάρτε και το κατάλληλο τραγουδάκι,
που μ' εκφράζει ΑΠΟΛΥΤΑ
και δώστε λίγη προσοχή στους στίχους.
ΑΥΤΟ για μένα είναι Ποίηση και Πολιτικός λόγος.



Για όσους πάντως ενδιαφέρονται να το διαβάσουν,
το βιβλίο «Τρομοκρατικό Χτύπημα» του Γιασμίνα Χάντρα
κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Καστανιώτη»

Δευτέρα, Ιανουαρίου 21, 2008

ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ-ΟΙ ΔΥΟ ΟΨΕΙΣ ΤΟΥ ΚΑΠΝΟΥ

Πήρα έναν καθρέφτη και τον φώτισα μ` ένα μικρό λαμπατέρ
Μόνο αυτόν. Όλα τ` άλλα σκοτάδι.
Κράτησα ένα τσιγάρο χαμηλά κι άφησα τον καπνό
να ανεβαίνει μπρος στα μάτια μου.
Τον διαπέρασα με το βλέμμα μου
για να τον ξανασυναντήσω μετά μες στον καθρέφτη
Κινούμενο είδωλο
Και το δικό μου είδωλο, ακίνητο και παγερό πιο πίσω.

Έβαλα τον καπνό ανάμεσά μας
να σπάσει λίγο την κρυάδα του γυαλιού
Να μας γνωρίσει… τον καθρέφτη κι εμένα.
Όμως εγώ και πάλι δεν γνωρίζομαι
Πάλι τον καπνό κοιτώ
Όχι εμένα
Αυτό…που φεύγει αέρινο και ελαφρύ…ψηλά…

Κυριακή, Ιανουαρίου 20, 2008

ΕΚΚΛΗΣΗ

Κάτι επείγον από το blog ενός φίλου.
Αντιγράφω από 'κει κι αν πέσει κάτι στην αντίληψή σας επικοινωνήστε με το παιδί.


Αγαπητοί Bloggers,Ζητάω την βοήθεια σας.
Την Παρασκευή 18 Ιανουαρίου 2008 κλάπηκε απο την περιοχή Χαριλάου, στο γήπεδο του ΑΡΗ, το αυτοκίνητο μου.
Ειναι μία μαύρη ALFA ROMEO 147 μοντέλο 2005 με πινακίδα κυκλοφορίας ΚΟΗ 9750.
Στη δεξιά πλευρά του αυτοκινήτου στην ένωση της πίσω πόρτας με τον προφυλακτήρα υπάρχει ένα χαρακτηριστικό άσπρο σημάδι απο χτύπημα ενώ και ο ιδίος ο προφυλακτήρας, πάντα απο τη δεξιά πλευρά, είναι χαρακτηριστικά γρατζουνισμένος.
Ο/Οι δράστες μπήκαν στο αμάξι με το κλειδί του αφού πρώτα έκλεψαν το μπουφάν του αδερφού μου μέσα σε Internet Cafe. Κατα πάσα πιθανότητα είναι άτομα νεαρής ηλικίας τα οποία το χρησιμοποιήσαν για βόλτες και μετα το παράτησαν. Ετσι τουλάχιστον θέλω να πιστεύω εγώ.
Σας παρακαλώ θερμά αν έχετε κάποια πληροφορία μπορείτε να καλέσετε στο 2310-823297.
Επίσης αν θέλετε φιλοξενήστε τη συγκεκριμένη ανακοίνωση και στο δικό σας Blog.
Eυχαριστώ πολύ.
Sebs

Παρασκευή, Ιανουαρίου 18, 2008

ΠΟΙΗΤΕΣ ΣΕ ΚΡΙΣΗ 2

Κωνσταντίνε μου, εσένα βέβαια σ’ έχω κορυφή απάτητη.
Και μετά απ’ αυτό το ποστ, πάλι κορυφή θα σ’ έχω.
Αλλά τώρα τελευταία δεν είμαι πολύ καλά και θέλω απαντήσεις.
Με μεγάλη λοιπόν εμπιστοσύνη κι ακόμη μεγαλύτερη εκτίμηση,
σου παραθέτω ταπεινά το πρόβλημά μου.

Σ’ εκείνη την Ιθάκη ρε συ, που απ’ τα γεννοφάσκια μας μαθαίνουμε όλοι.
Καλά, ναι, το ταξίδι, ο δρόμος, τα δώρα του…δίκιο έχεις, δε λέω.
Κι εγώ όλ’ αυτά τα χρόνια, ως τώρα, ταξιδεύω και μαζεύω δώρα, ουουου!
Ένα σωρό!
Και μαζεύω και μαθαίνω και χαίρομαι.
Ωραία!
Μόνο που…το ταξίδι δε με ταΐζει, το ταΐζω.
Κι αυτά τα δώρα, τα πληρώνω.
Και ξέρεις, υπάρχει ένα πρόβλημα.
Γιατί αυτή την ατιμούλικη την Ιθάκη, δεν την βρίσκω φτωχική.
Μα δεν την βρίσκω καν!
Μήπως μπορείς λοιπόν να μου βρεις μια κάποια λύση;
Γιατί, εντάξει, δε με γέλασε. Μου ‘δωσε τ’ ωραίο ταξίδι.
Τι να το κάνω τώρα;
Η Ιθάκη είναι άφαντη!
Κι εγώ έχω μείνει ταπί!

Ε! Να! Αυτά τα λίγα ήθελα να πω.

Τετάρτη, Ιανουαρίου 16, 2008

ΠΟΙΗΤΕΣ ΣΕ ΚΡΙΣΗ 1


Τώρα, συγγνώμη που θα «θίξω» ένα τέρας ιερό σαν τον Ελύτη,
αλλά θυμήθηκα πάλι αυτό που έγραψε, ότι:
«Το κενό υπάρχει όσο δεν πέφτεις μέσα του»
Ώπα ώπα! Μη μου τα λες έτσι βρε Οδυσσέα μου
κι αναρωτιέμαι πώς δεν το είχα σκεφτεί.
Και πώς γίνεται εγώ όταν πέφτω στο κενό να σπάω τα μούτρα μου!
Γιατί, μπορεί βρε παιδάκι μου εσύ, με την πληθωρική σου παρουσία,
να πέφτεις μέσα στο κενό και να το γεμίζεις μόνος σου.
Όμως εγώ μάλλον δε νιώθω αρκετή για κάτι τέτοιο.
Προτιμώ δηλαδή να πέφτω σε κάτι πιο…γεμάτο αντί για το κενό.
Στη χαρά, τη φιλία, τον έρωτα, την υγιή και δημιουργική εργασία,
ας πούμε. Τέτοια πράγματα. Πάντως, όχι στο κενό.
Λέω εγώ τώρα…

Και, τέλος πάντων, συμφωνώ περισσότερο με τη Μυρτώ Κοντοβά
που είπε:
«…Αν ξυπνήσεις το πρωί κι όλη μέρα σκέφτεσαι μία μεγάλη τρύπα,
να ‘σαι σίγουρος πως μέχρι το βράδυ θα ‘χεις πέσει μέσα…»
Κι αυτή προφανώς δεν το ‘πε για καλό.

Κι όσοι δεν θίχτηκαν, ας συμμεριστούν την αντι-Ελυτ-ίστικη θεωρία μου.

…Ρε, λέτε Ελύτη να διάβαζε κι ο έρμος ο Ζαχόπουλος και πήδηξε?
Σου λέει, κι εγώ πληθωρικός είμαι, θα πηδήξω στο κενό να το γεμίσω!

Κυριακή, Ιανουαρίου 13, 2008

ΠΑΡΑΜΕΝΩ ΕΝΤΟΣ

Βρίσκομαι συνεχώς μες στο μυαλό μου.
Ακολουθώ την ανατομία του.

Στενοί, κουλουριαστοί σωλήνες…
Οι περισσότεροι, δεν ξέρω πώς τα καταφέρνουνε

και σκέφτονται σε μια ευθεία.
Μία ευθεία άσχετη με το κουλουριαστό μυαλό τους.
Και φτάνουν γρήγορα…
Ή συνεχίζουν ίσια και στη στροφή πετάγονται έξω…
…Ό,τι και να σημαίνει αυτό…

Όμως εγώ, ακολουθώ αυτήν την πορεία του μυαλού

πιστά και ασταμάτητα.
Κι όλο μπερδεύομαι. Και κουλουριάζομαι.
Και διέξοδος καμιά.
Μόνιμα παραμένω εντός.
.........................................

Πέμπτη, Ιανουαρίου 10, 2008

Ξημερωματοβλακοσυζήτηση...

..Ξημέρωμα στην (όχι εθνική) Τσιμισκή
...και κοίτα πώς κατάντησε ο έρωτας....

Στην άκρη του δρόμου, μια διαφημιστική σακούλα από το ΝΑΚ (κατάστημα παπουτσιών, μάλλον ακριβών θα έλεγα, της trendy μας Θεσσαλονίκης)
Το ζευγάρι περπατά αγκαλιά (μάλλον για να στηρίζεται ο ένας στον άλλον ένεκα το προχωρημένο της ώρας) , χαλαρά και όμορφα.
Κοιτάζουν τη σακούλα:

"Θα σε βάλω μέσα."

"Για να με κάνεις ψώνιο;"

'Όχι. Επειδή είσαι ήδη ψώνιο."

"Τότε, γιατί μ` αγαπάς;"

"Σε καταναλωτική κοινωνία ζούμε."...

!!!!!?

Κυριακή, Ιανουαρίου 06, 2008

Κωλο-κατάσταση

Πριν καναδυό μέρες έλαβα το παρακάτω mail από μία φίλη. Μία πραγματική ιστορία απ` αυτές τις ευτράπελες που συμβαίνουν καμιά φορά και σε κάνουν να γελάς με το "τραγικό". Και μια και αδυνατώ προς το παρόν να γράψω κάτι ανάλαφρο, πήρα την άδειά της να την "ξεμπροστιάσω" για ν` αρχίσει η χρονιά με γέλιο. Το παραθέτω όπως ακριβώς μου το έστειλε. Και βέβαια, την ευχαριστώ που μου επιτρέπει να διαδώσω τον αυτοσαρκασμό της.


Λοιπόν, έχουμε και λέμε:

1. Είναι Ιούλιος, σκάει ο τζίτζικας, κι εγώ πάω μεσ' στον καύσωνα στο super duper υπερπολυτελές ξενοδοχείο…ε.. συγγνώμη, νοσοκομείο να κάνω εγχείρηση κύστης κόκυγγα γιατί εκεί εργάζεται ο doctor που με παρακολουθεί. Λαμπρά!

2. Ε, κι αφού πήγα στη χλίδα, με βάλανε και σε μονόκλινο δωμάτιο (ευτυχώς, γιατί θα γινόμασταν περισσότερο ρόμπες)

3. Είμαι έτοιμη για την κωλο-εγχείρηση και μου λεν οι γιατροί ότι θα πρέπει να διανυκτερεύσω για μια τουλάχιστον νύχτα, για να με παρακολουθούν και για τυχόν παρενέργειες. Όσο να 'ναι, επέμβαση είναι, όχι γενικό τσεκ-απ. Η διανυκτέρευση είναι που με χαλάει περισσότερο, κι όχι το ότι: α) θα μου κάνουν ολική νάρκωση, β) μ' έχουν ξυρίσει στο επίμαχο σημείο για να μην τους ενοχλούν οι τρίχες (!), γ) έχω κάνει ένα ωραιότατο κλύσμα που μ' έστειλε τρεις φορές στην τουαλέτα (ευτυχώς είχαν γερό εξαερισμό) και δ) για τις επόμενες δύο ώρες, εκτός από το γιατρό που έχω γίνει ήδη ρόμπα, θα κάθονται από πάνω μου και θ' ασχολούνται με τον κώλο μου ο αναισθησιολόγος και τρεις άλλοι νοσοκόμοι-βοηθοί-λιγούρια.

4. Μπαίνω μέσα, λέω κάτι παπαριές με το αναισθησιολόγο πριν με πάρει ο ύπνος (του δικαίου) και εγχειρίζομαι την ίδια ώρα με την Πέγκυ Ζήνα, πράγμα που με πληροφόρησε ο κουτσομπόλης νοσοκόμος που με μετέφερε στο χειρουργείο. Το Πεγκουλίνι άλλωστε το είδα στο δωμάτιο που μας βάλανε αμέσως μετά την εγχείρηση για να ξυπνήσουμε. Στο καρτελάκι του κρεβατιού έγραφε «Καλλιόπη Ζήνα». Όσο όμως κι αν προσπαθώ να τη μειώσω, τον κόκυγγα πήγα να βγάλω, ενώ η Καλλιοπίτσα πήγε για πολύποδα των φωνητικών χορδών.

5. Στο μεταξύ, φρικαρισμένη από την έξτρα νύχτα που μου φόρτωσαν, είχα φροντίσει να κλαφτώ δεόντως πριν την εγχείρηση στον τότε γκόμενο και πρώην άνδρα μου, ο οποίος εκείνη την περίοδο βρισκόταν στας Αθήνας. Και δε μπορώ τα νοσοκομεία, και είναι όλοι τους σχιτζήδες, θα πάθω κατάθλιψη, με βασανίζουν, με ξεφτιλίζουν, τέτοια. Είδε κι απόειδε ο άνθρωπος και ξεκινάει με το αυτοκίνητο (σκοτώστρα) άρον άρον από τη λατρευτή πρωτεύουσα να 'ρθει να με περιμαζέψει. Την ίδια μέρα εννοείται. Όπως εννοείται ότι δεν το είπα στους γονείς γιατί δεν θα βάζαν εμένα στο χειρουργείο αλλά αυτούς για εγκεφαλικό. Αυτό το κρατούσα για kinder έκπληξη.

6. Αμέσως μετά τα καθέκαστα, με παίρνει ο doctor σε μια γωνιά και μου λέει ότι δεν πρέπει ν' ανησυχώ καθόλου, ότι όλα πήγαν μια χαρά, κι ότι μου έχουν κάνει μια τρούπα στον κώλο να! με το συμπάθιο. Χαρακτηριστικά μου είπε ότι το χέρι του μέχρι τον καρπό χωράει άνετα μέσα, να μην ανησυχώ όμως γιατί το σώμα μας έχει αυτό-ιατ(ρ)ικές ικανότητες και ότι «θα γιάνει (μου το μαντήλι σου) μόνο του» μέσα σε λίγους μήνες. Επίσης μου είπε να μην τολμήσω να το κοιτάξω στον καθρέφτη για τους επόμενους δύο μήνες γιατί θα φρικάρω και δεν υπάρχει λόγος, και δεν θέλουμε τέτοιου είδους επεισόδια. Έτσι, έπρεπε να με αλλάζει (γάζες και betadin) κάποιος άλλος, κατά προτίμηση η μαμά, γιατί οι γυναίκες είναι πιο ψύχραιμες απ' τους άντρες. Κατά τα άλλα όμως μια χαρά.

7. Εμένα με είχαν δέσει με μία γάζα από δω μέχρι τη Λάρισα και είχα κάνει ένα κώλο μούμια. Μου είπαν και την εναλλακτική (σαν καλύτερη πρόταση τώρα αυτό) ότι όταν το τραύμα θ' αρχίσει να κλείνει και οι γάζες θα μ' εμποδίζουν, να χρησιμοποιώ αυτές τις πάνες που φοράν οι γριές για την ακράτεια. Καλά, δε σου λέω τίποτα για το πόσο βολική είναι η Tena Slipad Νο 58, Αύγουστο μήνα, να σου συγκαίγονται τα μπούτια… Ποιος μαλάκας την πρότεινε αυτή τη λύση, να την εφαρμόσει για να δούμε μετά αν θα αισθάνεται βάρκα στο γιαλό ή όχι?

8. Τέλος πάντων, εμένα άλλο με έκαιγε, πώς θα ξεφουρνίσω στα γονίδια το ταξίδι μου στην Αθήνα. Γιατί, ξέχασα να σου πω, ότι ο τότε γκόμενος και πρώην άνδρας μου, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες να μ' εμποδίσει, τελικά επείσθη να με πάρει να φύγουμε σ' άλλη γη σ' άλλα μέρη. Τελείωσε. Έπρεπε να φύγω από κει πάση θυσία. Πάω στο δωμάτιο και κάθομαι (μια κουβέντα είναι αυτό, γιατί είναι γνωστό ότι μετά τη συγκεκριμένη επέμβαση ουδείς μπορεί να κάτσει κανονικά. Είναι κυριολεκτικά αυτό που λένε «πονάει ο κώλος μου». Κάθεσαι μπρούμυτα, πλάγια, με τα χέρια, δεν κάθεσαι καθόλου, αλλά κανονικά δεν κάθεσαι. Είναι αδύνατο) στο κρεβάτι να ξεκουράσω τον πολύπαθο πισινό μου.

9. Στο Νο 9 πρέπει να διακόψω για μια σύντομη περιγραφή του δωματίου – προεδρικής σουίτας όπου είχε τοποθετηθεί η Αυτού Μεγαλειότης. Λοιπόν. Τελεόραση που μόνο τσοντοκάναλα δεν διέθετε, κρεβάτι πτυσσόμενο που έπαιρνε καμιά 20αριά κλίσεις σε όλες τις μοίρες, μπρος, πίσω, πάνω, κάτω, πλαγίως, εντός, εκτός και επί τα αυτά. Φωτισμός που δε σε τυφλώνει, μοκέτα στο πάτωμα (για να μη κρυώνει η πατούσα όταν περπατάς ξυπόλυτη), πολυθρόνες πολυτελείας για να κάθονται οι φτωχοί (!) συγγενείς να σου κρατούν το χέρι, κι ένα μπάνιο που ντρεπόσουν να κυκλοφορήσεις μέσα. Ideal Standard και πάνω σε λέω. Χλίδα.

10. Επανέρχομαι. Ξαπλώνω στο κρεβάτι- ρομπότ και θα την είχα καταβρεί αν δε με βασάνιζε το φλέγον ζήτημα της απόδρασης από το Αλκατράζ. Πώς το λες στο μπαμπάκο χωρίς να σε πλακώσει στις γρήγορες, άρρωστος άνθρωπος? Διώχνω κάθε γλύφτη γιατρό που έρχεται να δει αν έκλασα για να δικαιολογήσει τα φράγκα που παίρνει, διώχνω και κάθε συγγενή που έχει έρθει να με δει και συνεχίζω την κλάψα δια τηλεφώνου στον τότε γκόμενο και πρώην άνδρα, ο οποίος είναι καθ' οδόν. Η μαμά, βράχος ακλόνητος στο προσκέφαλό μου. Κάτι προσπαθώ να της πω αλλά τα ψιλομασάω. Είμαι και λίγο μαστουρωμένη από τη νάρκωση και δε θυμάμαι καλά.

11. Καθώς περνούν οι πρώτες ώρες έρχονται και μου φέρνουν τα γκουρμέ νοσοκομειακά γεύματα τα οποία αρνούμαι κατηγορηματικά να φάω, και, για να μη πάνε χαμένα, τα τρώει η mother. Κάτι έπρεπε όμως να μασουλήσω μετά την ταλαιπωρία μου και η μαμά έρχεται να δώσει τη λύση με κάτι ταπεράκια γεμάτα…κεράσια που έχει κουβαλήσει απ' το σπίτι. Ήμουν που ήμουν σε μαύρο χάλι, τα κεράσια μου έλειπαν. «Να τα φας εσύ» της λέω, όπερ και εγένετο. Ενάμιση τάπερ κεράσια κατέβασε η μαμά από την αγωνία της.

12. Τις πρώτες μέρες έπρεπε να αλλάζω κάθε λίγες ώρες αλλά κανείς δεν ήξερε πώς να το κάνει αυτό, κι έτσι ο χειρουργός doctor καταφτάνει στο δωμάτιο για να δείξει στη μαμά πώς ακριβώς γίνεται. Τον ακολουθεί μια χαμογελαστή αδερφή (μη σε μπερδεύει το χαμογελαστή, νοσοκόμα εννοώ), που κρατάει σαν την κοκκινοσκουφίτσα ένα καλάθι με όλα τα δέοντα: γάζες μικρές, μεγάλες, στενές, φαρδιές, βαμβάκια, κολλητικές ταινίες που φέρνουν φαγούρα στον κώλο, και betadin. Ο doc απευθύνεται στη μαμά που έχει στρογγυλοκαθίσει στη λουξ πολυθρόνα, την ασορτί με τη μοκέτα, και της εφιστά την προσοχή εξηγώντας α ρ γ ά κ α ι κ α τ α ν ο η τ ά πώς ακριβώς βγάζουμε τη γάζα, πώς καθαρίζουμε την περιοχή, πώς και που τοποθετούμε το betadin, πώς τυλίγουμε τον ντολμά, και άλλα πολλά που δεν θες να ξέρεις. Την ώρα που αυτός εξηγεί, η αδερφή, επίσης αργά και κατανοητά, δείχνει στην πράξη το πισω-γόρειο θεώρημα. Εγώ, ξαπλωμένη μπρούμυτα, δεν μπορώ να έχω πλήρη εικόνα του τι παίζεται. Μόλις τελειώνει τη συνταρακτική περιγραφή και η αδερφή μ' έχει φασκιώσει, ο doc κάνει μια σύντομη περίληψη της διαδικασίας, έτσι, για να το εμπεδώσουν ακόμα και τα λουλούδια του βάζου.

13. Και ακολουθεί ο ανεκδιήγητος διάλογος:
Δόκτωρ: – Αυτό ήταν όλο κι όλο. Εντάξει, κυρία Μαρία, το καταλάβατε?
Κυρία Μαρία (με καθαρή και ψύχραιμη φωνή): – Ναι…Γιατρέ, δεν αισθάνομαι καλά..

14. Γδουπ! Παρ' την κάτω την κυρία Μαρία! Έκανε τη δήλωση κι έπεσε κάτω σαν το κοτόπουλο. Πώς το κατάφερε αυτό, να σωριαστεί στο πάτωμα, ενώ καθόταν στην αναπαυτική πολυθρόνα, μόνο αυτή το ξέρει. Κάτω η μαμά, πεταγόμαστε σαν ελατήρια εγώ απ' το ρομπότ, η αδερφή κι ο κατακαημένος γιατρός που μόνο αυτό δεν περίμενε. Εγώ να φωνάζω «μαμά, μαμά», ο doc στη νοσοκόμα να σηκώσει ψηλά τα πόδια της κυρίας, κι αυτός να της δίνει ελαφρά χαστουκάκια και να λέει «κυρία Μαρία μ' ακούτε? Μ' ακούτε? Ηρεμήστε κυρία Μαρία!»

15. Όπως καταλαβαίνεις, μετά το σκηνικό απείρου κάλλους, και αφού η λιπόθυμη μαμά στάθηκε ξανά στα πόδια της, ο γιατρός έφυγε λέγοντάς της πως θα ξαναπεράσει αλλά καλό θα ήταν να βρούμε κανέναν άλλον πιο ψύχραιμο ν' αλλάζει τον πισινό του βλασταριού της, γιατί λογικό είναι να παθαίνεις τέτοια όταν βλέπεις το παιδί σου πετσοκομμένο. Η μαμά αρνήθηκε κρατώντας στάση ηρωισμού και αυταπάρνησης προς την κόρη της. Δεν την άφησα να με αλλάξει ούτε μια φορά.

16. Αφού συνήρθε λίγο, σκέφτηκα πως το καλύτερο πράγμα για την περίσταση είναι να φάει κάτι για να μη ζαλίζεται. Δεν υπάρχει όμως τίποτα διαθέσιμο στο κατάστημα αυτή την ώρα κι έτσι μου έρχεται η φαεινή ιδέα να της δώσω τα εναπομείναντα κεράσια. Γιατί δεν αρνήθηκε είναι ένα άλλο θέμα που ποτέ δεν θα καταλάβω. Τρώει λοιπόν τα κεράσια και αμέσως μετά το μάτι της καρφώνεται στο φουσκωτό κώλο μου, της έρχεται πάλι το σκηνικό με την αλλαγή της γάζας κι επιλέγει αυτή τη φορά άλλο ένα εντυπωσιακό νούμερο να εκτελέσει: σκύβει προς τη μοκέτα και ξερνάει τα κεράσια που έφαγε προ και μετά επίδειξης. Περιττό να σου πω πως ο χλοοτάπητας βάφτηκε κόκκινος. Πανικόβλητη με την τροπή των γεγονότων τρέχει στο μπάνιο ν' αποτελειώσει το έργο της και η ideal standard χέστρα κοκκινίζει κι αυτή. Η μαμά το ίδιο. Απ' τη ντροπή της.

17. Μόλις βγαίνει, αποφασίζω πως δεν είναι δυνατόν ν' αφήσω στο έλεος των κερασιών τη δύσμοιρη μαμά και τη βάζω με το ζόρι να ξαπλώσει στο ρομπότ, της στρώνω τα μαξιλάρια, παίρνει την κλίση που χρειάζεται και της λέω πως δεν πρέπει ν' ανησυχεί για μένα γιατί είμαι μια χαρά. Αυτή, άσπρη σαν το πανί, δεν μπορεί να φέρει και πολλές αντιρρήσεις. Κι εκεί που έχουμε αλλάξει θέσεις και κάθομαι εγώ τώρα στο προσκέφαλο της μαστουρωμένης μαμάς μπαίνει ο πάτερ φαμίλιας για να δει πώς πάει το κατακρεουργημένο παιδί του. Ο μπαμπάς έχασε το σκηνικό γιατί τόση ώρα ήταν στα κάτω διαμερίσματα για να κανονίσει τη λυπητερή. Φαντάσου λοιπόν τι φρίκη έφαγε ο άνθρωπος όταν μπαίνοντας, αντί να δει εμένα στο κρεβάτι του πόνου, βλέπει τη γυναίκα του στο χρώμα του εκρού του νεκρού! Στην αρχή νόμιζε ότι μπήκε σε λάθος δωμάτιο γιατί σχεδόν δεν αναγνώρισε ούτε τη μαμά έτσι όπως είχε γίνει. Κρίση, με πιάνει κρίση! Αυτό δεν ήταν δωμάτιο νοσοκομείου, αυτό ήταν το κλουβί με τις τρελές. Μία ανυπόμονη στρουμφίτα (φορούσα ένα μαύρο κολλητό φουστάνι όταν ήρθα, πού να ήξερα ότι η διάμετρος των πίσω ημικυκλίων θα πολλαπλασιαζόταν επί πέντε), μία κερασοχτυπημένη μαμά ξάπλα, κι ένας δύστυχος πατέρας που κοιτούσε μια τη μάνα μια την κόρη. Αφού του εξηγούμε τα καθέκαστα και κάθεται επιτέλους στην πολυθρόνα-βόμβα να ηρεμήσει κι αυτός, βρίσκω ότι είναι η καταλληλότερη ώρα να τους πω για το ταξίδι «εκεί στο Νότο». Παθαίνουν ένα μικρό εγκεφαλικό, μου απαγορεύουν ρητά να το κουνήσω από κει, η μάνα μου σταυροκοπιέται και μου λέει «θα με πεθάνεις», εγώ όμως είχα κάνει τα κουμάντα μου, είχα κάνει και το βαλιτσάκι μου, κι έγραψα κανονικά τον ξεπαραδιασμένο πατέρα και την ημιλιπόθυμη μητέρα.

18. Αποτέλεσμα: αφού προηγήθηκε ένας ενδονοσοκομειακός καβγάς με γονείς, εγώ έκανα ένα εξάωρο ταξίδι μέχρι την Αθήνα καθισμένη στο πλάι μέσα στη σκοτώστρα, η μαμά υποχρεώθηκε να παραμείνει για προληπτικούς λόγους στο νοσοκομείο άλλο ένα βράδυ, κι ο μπαμπάς δεν ήξερε τι απ' όλα όσα συνέβησαν ήταν το χειρότερο…